Δεν έχει ψωμί να φάει, (αν είναι κάποιος φτωχός).
Για ένα κομμάτι ψωμί (όταν ξεπουλά κανείς την περιουσία του).
Ψωμοζήτης (είναι κάποιος που ζητιανεύει).
Λίγα τα ψωμιά του, λίγα τα καρβέλια του (για κάποιον που βρίσκεται σε κίνδυνο θανάτου).
Φάγανε ψωμί και αλάτι (είναι η φράση που χαρακτηρίζει μία πολύχρονη και σταθερή φιλία).
Εγώ ειμί ο άρτος της ζωής (Από τη Βίβλο).
Αυτή η δουλειά έχει πολύ ψωμί (η δουλειά αυτή είναι σίγουρη ή αποφέρει μεγάλα κέρδη).
Βγάζω το ψωμί μου (κερδίζω τα απαραίτητα).
Δουλεύει για το ψωμί του (δουλεύει για τα απολύτως αναγκαία).
Εμείς ψωμί δεν έχουμε κι η γάτα πίτα σέρνει (Όταν κάποιοι δεν έχουν τα στοιχειώδη και άλλοι έχουν περισσευούμενα)
Η βιάση ψήνει το ψωμί, μα δεν το καλοψήνει (Όταν κάνεις κατι με βιασυνη, πιθανον να κανεις λαθος).
Θα φάει πολλά ψωμιά ακόμη (θα γνωρίσει ή θα βιώσει πολλά).
Λίγα είναι τα ψωμιά του ή έφαγε τα ψωμιά του (δεν θα ζήσει για πολύ ακόμη).
Νηστεύει ο δούλος του Θεού,γιατί ψωμί δεν έχει (λέγεται ωε δικαιολογία σε περιπτώσεις αδυναμίας οικονομικής)
Όταν κοιμάται ο γιόκας μου ψωμί δε μας γυρεύει (αποφυγή δύσκολων καταστάσεων)
Το έδωσε για ένα κομμάτι ψωμί (πούλησε κάτι πολύ φτηνά, με μικρό αντάλλαγμα).
Ψωμί δεν έχουμε, ραπανάκια για την όρεξη (δεν έχουμε τα βασικά και ζητάμε τα μη απαραίτητα).
Ψωμί δεν είχαμε, τυρί μας ήρθε (για απρόσμενη βοήθεια)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου